Η κυβέρνηση έχει ένα ιδιαίτερο τρόπο να εξυπηρετεί συγκεκριμένους εργολάβους, οι οποίοι για να πάρουν τα δημόσια έργα υπόσχονται χαμηλότερες τιμές από τους ανταγωνιστές τους ή συγκεκριμένες εταιρείες, με τις οποίες έχει προνομιακές σχέσεις. Οι τρόποι που γίνεται αυτό είναι καθ' όλα νόμιμοι, αλλά έχουν όλοι ένα κοινό αποτέλεσμα: την κατασπατάληση του δημόσιου χρήματος. Το γιατί συμβαίνει αυτό είναι μια άλλη κουβέντα. Αλλά προφανώς είναι αδιανόητο, εκτός από την ανταλλαγή ψήφων με επιδοτήσεις, να φορτώνονται τα δημόσια οικονομικά με εκ των υστέρων υπερκοστολογήσεις, προς όφελος φίλων και (μακρινών) συγγενών.
Η πρώτη (εύκολη) εκδούλευση γίνεται με τα δημόσια έργα. Ας υποθέσουμε λοιπόν ότι το κράτος θέλει να κατασκευάσει ένα καινούργιο δρόμο, όπως π.χ. τον καινούργιο Βόρειο Οδικό Άξονα Κρήτης. Πρώτα απ' όλα ξεκινάει με την πλήρη απαξίωση του υπάρχοντος δρόμου: οι όποιες φθορές καλύπτονται με μπαλώματα που είναι σχεδιασμένα να κρατήσουν λίγο, αναβαθμίσεις δε γίνονται ποτέ ώστε ο δρόμος να εκσυγχρονιστεί κ.ο.κ. Όταν "ο κόμπος φτάνει στο χτένι" και οι τοπικές κοινωνίες είναι έτοιμες μέχρι και να πουλήσουν τα νεφρά τους για να γίνει ο δρόμος, ανακοινώνει ότι θα κατασκευαστεί "καινούργιος" δρόμος, ο οποίος παρόλο που θα γίνει σε νησί θα έχει διόδια, καταστρατηγώντας τις πανευρωπαϊκές πρακτικές που εφαρμόζουν το αντίθετο. Μετά ανακοινώνονται με φανφάρες οι μελέτες, οι οποίες δείχνουν ότι ο δρόμος στο μεγαλύτερο του κομμάτι, δε θα είναι καινούργιος, αλλά ο παλιός, με κάποιες "αναβαθμίσεις". Σε μεγάλο κομμάτι κομμάτι μάλιστα, ο δρόμος θα είναι ακριβώς ο ίδιος, με την προσθήκη ορισμένων κόμβων. Ως εκ τούτου εναλλακτική όδευση δε θα υφίσταται, και επομένως θα συμβεί το τραγελαφικό, μιας και ο δρόμος μετά τον "Καποδίστρια" είναι συνδετικός κρίκος περιοχών που ανήκουν στους ίδιους Δήμους, οι κάτοικοι ενός Δήμου να πρέπει να πληρώνουν διόδια για να πάνε τα παιδιά τους σχολείο, να πηγαίνουν στα τοπικά νοσοκομεία ή κέντρα υγείας, να κάνουν τα ψώνια τους στο σούπερμαρκετ ή να πηγαίνουν στο ταχυδρομείο ή στις τράπεζες. Όλα αυτά τα έχουμε γράψει αναλυτικά εδώ και δεν προκαλούν πλέον καμία έκπληξη. Όπως δεν αποτελεί έκπληξη ότι όπως χρηματοδοτούνται τα έργα, ο ανάδοχος βγάζει ελάχιστα χρήματα από την τσέπη, αφού πάρα πολλές φορές η δική του συμμετοχή καλύπτεται από τραπεζικό δανεισμό, για τον οποίο υπάρχουν άνωθεν παρεμβάσεις. Η κυβερνητική εκδούλευση όμως γίνεται μέσω των απαλλοτριώσεων: το κράτος στις συμβάσεις που υπογράφει με τους ανάδοχους, "υπόσχεται" ταχύτατες απαλλοτριώσεις των εκτάσεων που θα χρησιμοποιηθούν για τις ανάγκες του καινούργιου δρόμου. Αυτό φυσικά δε συμβαίνει ποτέ - και ο ΒΟΑΚ δεν αποτελεί εξαίρεση, αν και το έργο δεν έχει ξεκινήσει ακόμα στο βασικό του κομμάτι. Ήδη στο κομμάτι που "εκτελείται" υπάρχουν απαιτήσεις 144 εκατομμυρίων ευρώ, χωρίς να έχει μπει ακόμα στο "παιχνίδι" το προβληματικό κομμάτι, που είναι το Χανιά - Ηράκλειο. Έτσι ο "ανάδοχος" πληρώνεται υπεραξίες, τις οποίες νομότυπα δικαιούται. Παρότι οι ρήτρες είναι αμφίδρομες, το Δημόσιο σπανίως αναζητά την πληρωμή ρητρών για την καθυστερημένη ή μη παράδοση δημοσίων έργων. Η παρούσα κυβέρνηση δεν αποτελεί εξαίρεση. Γιατί να στεναχωρηθούν οι φίλοι τους εξάλλου;
Ο δεύτερος νομότυπος τρόπος υπερκοστολόγησης γίνεται με την "εκ των υστέρων αναθεώρηση" των συμβάσεων. Αυτό συνήθως συμβαίνει γιατί αυτοί που συνέταξαν το φάκελο ενός έργου "ξεχνούν" ότι κάποιες εργασίες είναι αναγκαίες και τις προσθέτουν εκ των υστέρων. Το καλύτερο παράδειγμα για μια τέτοια περίπτωση είναι το καπέλο 45 εκατομμυρίων που εγκρίθηκε πρόσφατα για την κατασκευή του Δικαστικού Μεγάρου Πειραιά. Σε αυτή την περίπτωση εργολάβος είναι η Dimand, η οποία ανέλαβε το έργο για περίπου 80 εκατομμύρια ευρώ. Και ενώ οι εργασίες εξελίσσονταν κανονικά, στα μέσα του Αυγούστου, ο φορέας ανάθεσης του έργου (Ταμείο Χρηματοδοτήσεως Δικαστικών Κτιρίων - ΤΑΔΙΧ) "θυμήθηκε" ότι στο φάκελο του έργου δεν υπήρχε πρόβλεψη για τοποθέτηση καλωδίωσης για οπτικές ίνες, για μικροφωνικές εγκαταστάσεις καθώς και για κατασκευή φυλακίων στις εισόδους του κτιρίου. Και επειδή οι υπάλληλοι του ΤΑΔΙΧ είναι "κιμπάρηδες" αντί να αποδόσουν ευθύνες και να κάνουν συμπληρωματικό διαγωνισμό, όρισαν ότι το κόστος των εργασιών αυτών είναι 45 εκατομμύρια ευρώ και αναπροσάρμοσαν τη σύμβαση ανάλογα. Η υπόθεση (που αναδείχτηκε από την εφημερίδα "Παρόν") έχει τεράστιο ενδιαφέρον, αφού το έργο περιφέρονταν από υπουργείο σε υπουργείο επί 15ετία (άρα προκαλεί έκπληξη ότι στους τόσους που είχαν διαβάσει το φάκελό του, κανείς δε βρέθηκε να επισημάνει το ότι δεν υπήρχαν μικροφωνικές εγκαταστάσεις και φυλάκια), η υπερκοστολόγηση έγινε εν μέσω Αυγουστιάτικων διακοπών, ενώ φυσικά δεν υπήρξε απόδοση ευθυνών σε κανένα για το ύπερογκο βάρος που δέχονται τα δημόσια ταμεία. Το μόνο σίγουρο είναι ότι η Dimand δε στεναχωρήθηκε καθόλου...
Ο τρίτος νομότυπος τρόπος είναι μέσω "έμμεσων" "ταμειακών διευκολύνσεων". Για παράδειγμα (και όπως αναφέρει η εφημερίδα "Μακεδονία") μια εταιρεία (π.χ. η Filma - 100% θυγατρική της Dimand για την οποία μιλήσαμε και παραπάνω) αγοράζει μια έκταση (π.χ. το παλιό εργοστάσιο του Φιξ στην Θεσσαλονίκη) για περίπου 10 εκατομμύρια ευρώ. Η έκταση αυτή είναι ιδανική για "επένδυση" μέσω της κατασκευής κατοικιών, πολυχώρων, καταστημάτων εστίασης, ξενοδοχείου και εμπορικών καταστημάτων, ενώ η τιμή είναι ιδιαίτερα ικανοποιητική. Όμως υπάρχει ένα πρόβλημα: πολλά κτίρια στο ακίνητο (το οποίο χωρίζεται σε 3 συγκροτήματα) θεωρούνται μνημεία μοντέρνας αρχιτεκτονικής και διατηρητέα, επομένως το κόστος για την αναμόρφωσή τους είναι σημαντικό. Όμως εκεί κάπου έρχεται η κυβέρνηση Μητσοτάκη, που ως γνωστόν ενισχύει την επιχειρηματικότητα όπως μπορεί: Καταβάλλοντας στην Filma 8,2 εκατομμύρια ευρώ, αγοράζει ένα οικόπεδο έκτασης 6.900 τ.μ. και διατηρητέα κτίρια 7.700 τ.μ. περίπου, εντός του ακινήτου, διευκολύνοντας την Filma/Dimand έτσι ώστε: α) να αποσβέσει περίπου το 80% του συνολικού κόστους αγοράς, β) να πάρει δάνειο με ευνοϊκότερους τραπεζικούς όρους για την υλοποίηση του έργου (αποδεικνύοντας στην πράξη το επενδυτικό ενδιαφέρον για το "πρότζεκτ"). Παραμένει άγνωστο το γιατί η κυβέρνηση δεν αγόρασε το οικόπεδο αυτό από τους αρχικούς ιδιοκτήτες (ενώ ήταν γνωστό σε όλους ότι η έκταση ήταν προς πώληση τόσο τμηματικά όσο και συνολικά) καθώς και το γιατί το ακίνητο αγοράστηκε με σκοπό να στεγάσει τη "Συλλογή Κωστάκη" και η Κρατική Ορχήστρα Θεσσαλονίκης όταν και οι δύο έχουν επαρκείς χώρους στέγασης.
Αλλά είπαμε: αν δε στηρίξεις τους φίλους σου, ποιους θα στηρίξεις; Η κυβέρνηση δεν μπορεί να κάνει διαφορετικά...




